ΠΟΙΑ ΘΕΩΡΕΙΤΕ ΩΣ ΠΙΟ ΕΠΙΚΙΝΔΥΝΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΧΩΡΑ ΠΕΡΙΣΤΑΣΗ ΑΠΟ ΤΟ 1830 ΜΕΧΡΙ ΚΑΙ ΣΗΜΕΡΑ

Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

ΕΦΗΜΕΡΙΔΕΣ

Ο ΚΑΙΡΟΣ ΣΤΗΝ ΑΘΗΝΑ

SITE METER


10.1.11

ΤΟ ΝΕΟ ΜΟΥΣΕΙΟ ΤΗΣ ΑΚΡΟΠΟΛΗΣ. ΑΠΟ ΤΟΝ ΓΙΩΡΓΟ ΧΟΥΛΙΑΡΑ


Μεταφέρω εδώ με άδειά του σχόλιο του καταξιωμένου γλύπτη και Καθηγητή Γλυπτικής στην Α.Σ.Κ.Τ. Γιώργου Χουλιαρά σχετικά με το νέο Μουσείο της Ακρόπολης.
Είχα προ 15 περίπου μηνών ετοιμάσει και εγώ κάποιο σχόλιο το οποίο όμως ο ηλεκτρονικός δαίμων έσβησε από τον Η/Υ μου πριν προλάβω να το αναρτήσω.
Τις δικές μου απόψεις (απόψεις φιλότεχνου ίσως, αλλά πάντως μη ειδικού) θα καταχωρήσω σε προσεχή ανάρτηση.
Το κείμενο του Γ. Χουλιαρά δημοσιεύτηκε στο τεύχος 15/2010 του περιοδικού “Momento”.


Γράφει ο Γ. Χουλιαράς.
Ύστερα από μια εικοσαετία προσπαθειών και αναμονής, δυο διεθνείς αρχιτεκτονικούς διαγωνισμούς, δεκάδες προσφυγές στο Συμβούλιο της Επικρατείας, το νέο μουσείο της Ακρόπολης, εδώ και ένα χρόνο περίπου, είναι πραγματικότητα.
Κατά τη διάρκεια της κατασκευής του, υπήρξε διάχυτη λαϊκή κριτική για τον όγκο του κτιρίου, και τη μορφή του σε σχέση με τον περιβάλλοντα χώρο. Πολλές φορές προκλήθηκα να πω τη γνώμη μου, επί του προκειμένου, όχι ότι είναι, τόσο σημαντική όσον αφορά την Αρχιτεκτονική, απλώς επειδή επρόκειτο για ένα κέλυφος που θα στέγαζε τόσο σημαντικά Γλυπτά, όπως αυτά της Ακροπόλεως.
Είχα αποφασίσει να μην εκφέρω γνώμη αν δεν έβλεπα το εσωτερικό του.
Θυμάμαι, όταν σπούδαζα στο Παρίσι, δεκαετία του 70, έμενα στη συνοικία του Marais, όπου χτιζόταν την ίδια εποχή και πολύ κοντά στο σπίτι που έμενα, το πολιτιστικό κέντρο Georges Pompidou.Θυμάμαι την κριτική που δεχόταν, σαν ξένο σώμα σε μια διατηρητέα περιοχή, κριτική την οποία εν μέρει συμμεριζόμουν. Εξωτερικά έμοιαζε με εργοστάσιο. Αυτή όμως η αντίθεση του ως προς την εμφάνιση και τον όγκο του, αποδείχτηκε το μεγάλο του ατού. Η κόντρα του με τα γύρω, λειτούργησε θετικά, και έγινε σημείο αναφοράς στην πόλη. Βέβαια επρόκειτο για μουσείο Σύγχρονης Τέχνης, και η μορφή του, σημειολογικά κούμπωνε με το υλικό που θα στέγαζε. Το εσωτερικό, ο κάθε όροφος ήταν ενιαίος και προσαρμοζόταν στις απαιτήσεις της κάθε εκδήλωσης. Δηλαδή δεν φτιάχτηκε για να στεγάσει συγκεκριμένα έργα και μάλιστα Γλυπτά.
Αυτό το πάθημα, μου είχε γίνει μάθημα, γι΄αυτό και ήμουν επιφυλακτικός στην κριτική μου, όσον αφορά την εξωτερική του μορφή. Περίμενα να δω και το εσωτερικό του, ώστε να έχω πλήρη εικόνα.
Είχα την ευκαιρία να δω το μουσείο μαζί με ομάδα φοιτητών μου, ένα χρόνο, περίπου, πριν ανοίξει επίσημα τις πόρτες του. Γινόταν πειραματικές τοποθετήσεις γλυπτών στο χώρο. Ο πρόεδρος του, ευγενικά μας ξενάγησε. Θα προσπαθήσω να περιγράψω, την εντύπωση μου, από αυτή την πρώτη επίσκεψη και διάφορες άλλες φορές, που το επισκέφτηκα, αφού είχαν γίνει πια τα εγκαίνια.
Πλησιάζοντας προς την είσοδο, έρχεσαι σε επαφή με τα ευρήματα των ανασκαφών, [που τόσος θόρυβος έγινε, μετά την ανακάλυψη τους, ώστε να μη γίνει το μουσείο] και τον ωραία διαμορφωμένο, με μεγαλωμένες ελιές, υπαίθριο χώρο.
Σωστά αντιμετωπίσθηκαν τα ευρήματα, δημιουργώντας, έναν ακόμη, πολύ ενδιαφέροντα εκθεσιακό χώρο, πλουτίζοντας το μουσείο.
Το ισόγειο με το κεκλιμένο επίπεδο, που οδηγεί στον πρώτο όροφο, λειτουργεί εντυπωσιακά, είναι επιβλητικό, με μνήμες, από το ανέβασμα στην Ακρόπολη. Στο βάθος του επιπέδου φαίνεται πολύ όμορφα, το αρχαϊκό αέτωμα, του πρώτου Παρθενώνα. Καθώς κοιτάζεις, εξερευνώντας το χώρο, ξαφνικά βλέπεις πίσω σου
να σε κοιτάνε, οι Καρυάτιδες από ένα μπαλκόνι, με γυάλινο στηθαίο, το οποίο τις κόβει στα δυο, φωτισμένες με ηλεκτρικό, καθότι εκεί, που βρίσκονται δεν παίρνουν καθόλου φως ημέρας. Αρχίζουν να σου δημιουργούνται οι πρώτες αμφιβολίες για την επιλογή της θέσης.
Βρίσκεσαι ήδη στον πρώτο όροφο, στρεφόμενος προς τα δεξιά, σε περιμένει η κυρίως ψυχρολουσία. Ανοίγεται μπροστά σου, ένα δάσος από τσιμεντένιες κολώνες, διαμέτρου πάνω από 1 μέτρο, έχοντας σαν φόντο μια τεραστία γυάλινη επιφάνεια, μήκους περίπου, το υπολογίζω, 50-60 μ. και ύψος περίπου 8-10 μ βλέποντας νοτιοδυτικά [όποιος ξέρει από Αττικό φως καταλαβαίνει τι σημαίνει δύση], και κει μέσα να στέκονται αμήχανα, οι αρχαϊκές κόρες, ο μοσχοφόρος, ο καθιστός σκύλος, οι έφηβοι, και όλα τα αλλά αριστουργήματα του μουσείου.
Για όποιον έχει χαρεί αυτά τα εκπληκτικά γλυπτά στο παλιό ταπεινό μουσείο, ας τα θυμάται έτσι, γιατί η κλίμακα και το φως του νέου μουσείου, τα έχει παντελώς αλλοιώσει. Αυτό, βέβαια, δεν σημαίνει ότι, δεν έπρεπε να γίνει νέο μουσείο.
Την πρώτη φορά που επισκέφτηκα το μουσείο, γινόταν δοκιμαστικές τοποθετήσεις, υπήρχαν στο χώρο, 5-6 γλυπτά, μεταξύ αυτών και ο μοσχοφόρος., ήταν τόσο αλλοιωμένα που νόμισα ότι ήταν γύψινα αντίγραφα. Δεν έφτανε το φως από την τεράστια πίσω γυάλινη επιφάνεια, ανοίξανε και στο ταβάνι γυάλινα ανοίγματα, με αποτέλεσμα, το μάρμαρο να φαίνεται σαν ‘’σούπα’’, καθώς δεν υπάρχουν σκιές. Έγινε προσπάθεια να τα φωτίσουν με σποτ, και την ημέρα, χωρίς αποτέλεσμα, καθώς το φως απέξω είναι πολύ δυνατό, και υπερισχύει. Φαντάζομαι την νύχτα θα γίνεται πιο ενδιαφέρων ο φωτισμός. Υπάρχουν γλυπτά τοποθετημένα, κόντρα στο φως, που γίνονται, κυριολεκτικά σκιές.
Επιτρέψτε μου μια μικρή παρέκβαση. Στις μέρες μας, οι αρχιτέκτονες και κυρίως οι σταρ, θεωρούν ότι το αρχιτεκτόνημα τους είναι πιο πάνω από το σκοπό που καλούνται να υπηρετήσουν. Οι δε Αρχαιολόγοι θα’πρεπε, να δουλεύουν και με άλλες ειδικότητες, όσον αφορά, τον τρόπο έκθεσης, των γλυπτών. Δεν θα παραλείψω να πω ότι έχω δει και καταπληκτικές, εκθέσεις, που έμαθα όμως, ότι ήταν αποτέλεσμα συλλογικής δουλειάς. .
Η καλή εντύπωση που σχηματίζει κανείς, από την είσοδο, το ισόγειο και το επιβλητικό ανέβασμα, μετατρέπεται σε απογοήτευση με την κλίμακα και το φως του α’ ορόφου. Αυτά τα αισθήματα τα εκμυστερεύτηκα στον πρόεδρο του μουσείου, τον είδα για λίγο προβληματισμένο και μου απάντησε, ότι και οι στύλοι του Ολυμπίου Διός, είναι περίπου της ίδιας κλίμακας με τις κολόνες του μουσείου… Προσφέρθηκα ότι αν χρειαζόταν να το ξανακουβεντιάσουμε να είμαι στη διάθεση του, όλα αυτά ένα χρόνο πριν ανοίξει το νέο μουσείο.
Δεν θα επεκταθώ σε επιμέρους κριτική, στον τρόπο έκθεσης των γλυπτών, καθώς υπάρχουν, εξόφθαλμα λάθη. Αυτό θα υπερέβαινε, όμως, τα όρια ενός τέτοιου δημοσιεύματος.
Συνεχίσαμε την ξενάγηση μας στον πάνω όροφο την αίθουσα των γλυπτών του Παρθενώνα, όπου έγινε προσπάθεια να ανασυσταθεί ο ναός στις διαστάσεις του. Αφού περάσει η πρώτη θετική εντύπωση, εννοώ την οπτική επαφή, με τον Παρθενώνα και τον γύρω χώρο, που πράγματι είναι εντυπωσιακή, αρχίζουν τα προβλήματα, με την έκθεση των γλυπτών και με την όλη λογική του χώρου.
Κατ’ αρχήν εδώ ο φωτισμός είναι χειρότερος και από τον πρώτο όροφο. Τα γλυπτά δέχονται το φως από παντού, και προσπαθούν με σποτς πάλι, να σώσουν την κατάσταση. Αν είστε τυχεροί και είναι συννεφιασμένη μέρα κάτι θα απολαύσετε από την αριστουργηματική ζωοφόρο.
Ένα άλλο, δύσκολο σημείο, για τους μη ειδικούς, είναι η τοποθέτηση της ζωοφόρου, σε μια επιφάνεια, στο ίδιο επίπεδο, ώστε η ζωοφόρος εγκλωβίζεται, μεταξύ των δυο επιπέδων, ειδικά το πάνω, χάνοντας την κλίμακα της, δημιουργώντας μια καινούργια αρχιτεκτονική σχέση, από ότι είχε στο ναό.
Όσοι έχουν δει την ζωοφόρο στο Βρετανικό μουσείο, θα θυμούνται, τον πίσω τοίχο, που λειτουργεί σαν φόντο. Είναι σημαντικά οπισθοχωρημένος, ώστε να μην επεμβαίνει στο τελείωμα της.
Αν προσθέσουμε τώρα τα γύψινα αντίγραφα, που και αυτά θα μπορούσαν να είναι οπισθοχωρημένα, [κατά 20-30 εκ. περίπου,] ώστε να μην μπερδεύονται με τα γνήσια, και συνδυαζόμενα με τον κακό φωτισμό, φτηναίνουν την όλη εικόνα της ζωοφόρου. Αυτό που λέω φαίνεται καθαρά στη δυτική πλευρά, όπου είναι όλη γνήσια, πόσο πιο ποιοτική είναι, από τις υπόλοιπες, ειδικά όταν υπάρχει συννεφιά και λειτουργούν τα σποτς, δημιουργώντας φωτοσκιάσεις ζωντανεύοντας τη.
Μεγάλο πρόβλημα, δημιουργείται, κατά την γνώμη μου, στη δυτική και στην ανατολική πλευρά της αίθουσας, όπου έγινε προσπάθεια, να ανασυσταθεί στο χώρο, νοητικά η αρχιτεκτονική παράθεση, του αετώματος, των μετοπών και της ζωοφόρου.
Αναφέρομαι στην αισθητική των μεταλλικών κολόνων, στις κορνίζες των μετοπών, στα γύψινα αντίγραφα των αετωμάτων, που κυριαρχούν, όλα αυτά μαζί δημιουργούν μια πολύ άσχημη εικόνα, καθώς κυριαρχείται από αντίγραφα και μπορεί να λειτουργεί εκπαιδευτικά, πόρρω απέχει όμως από το μεγαλείο και την ποιότητα, που άπρεπε να αποπνέει μια έκθεση γλυπτών του Παρθενώνα. . .
Όσα προσπάθησα να γράψω, είναι αποτέλεσμα αγάπης για αυτά τα σπουδαία έργα, και προϊόν πολλής σκέψης (όσον αφορά την δημοσίευση τους), μέσα στη γενική ευφορία, για το νέο μουσείο. Πιστεύω όμως να αποτελέσουν την απαρχή για ένα γόνιμο διάλογο, που θα αποβεί πιστεύω, χρήσιμος.
Η 1η φωτογραφία δείχνει τον χώρο του 1ου ορόφου όπου φαίνεται η κλίμακα.
Η 2η φωτογραφία καταδεικνύει τον προβληματικό φωτισμό της νότιας πλευράς του 1ου ορόφου.
Στην 3η φωτογραφία φαίνεται η βελτίωση του φωτισμού από την χρήση σποτς και την σκίασης της γυάλινης επιφάνειας.
Στην 4η φωτογραφία αντιπαρατίθενται γύψινα με μαρμάρινα.
Στην 5η φωτογραφία φαίνονται τα αποτελέσματα της συνύπαρξης αετώματος, μετοπών και ζωοφόρου.


Όλες οι φωτογραφίες έχουν τραβηχτεί από τον Γιώργο Χουλιαρά.

















Δεν υπάρχουν σχόλια: